Το 1938, κατά τη “Μεγάλη Ύφεση” στις Η.Π.Α., επιστήμονες στην Ιατρική Σχολή του Harvard ξεκίνησαν να παρακολουθούν την υγεία 268 φοιτητών του Πανεπιστημίου, ελπίζοντας ότι με διαχρονική έρευνα, θα αποκαλύπτονταν παράγοντες που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν μια υγιή και ευτυχισμένη ζωή.

Αφού παρακολούθησαν τους φοιτητές για σχεδόν 80 χρόνια, στο πλαίσιο μελέτης, γνωστής ως “μελέτη Grant” (Grant Study), έχουν πλέον, συγκεντρώσει μια πληθώρα δεδομένων, σχετικά με τη σωματική και ψυχική τους υγεία.

Σήμερα, από τους 268 φοιτητές, μόνο 19 είναι ακόμα ζωντανοί, όλοι γύρω στα 95 τους χρόνια, ενώ γυναίκες δεν υπήρχαν στην αρχική μελέτη επειδή στο Harvard, εκείνη την εποχή, φοιτούσαν μόνο άνδρες. Μάλιστα, μεταξύ του αρχικού δείγματος, ήταν ο Πρόεδρος John F. Kennedy και ο συντάκτης της Washington Post, Ben Bradlee.

Κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, οι επιστήμονες επέκτειναν την έρευνά τους, συμπεριλαμβάνοντας τους απογόνους των ανδρών, οι οποίοι σήμερα αριθμούν τους 1.300 περίπου. Τη δεκαετία του ‘70, η “μελέτη Grant” συμπεριέλαβε και τη “μελέτη Glueck”, σε δείγμα 456 νέων ανδρών, κατοίκων της Βοστώνης, μεταξύ 1940 και 1945. Επίσης, την τελευταία δεκαετία, συμπεριλαμβάνονται και οι γυναίκες-σύζυγοι, από τις μελέτες Grant και Glueck.

Μέχρι σήμερα, έγινε συλλογή και την ανάλυση δεδομένων που προήλθαν από ιατρικά αρχεία και εκατοντάδες προσωπικές συνεντεύξεις και ερωτηματολόγια. Οι μελέτες χρηματοδοτήθηκαν από ιδιωτικά ιδρύματα, αλλά και σε μεγάλο βαθμό με επιχορηγήσεις από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των Η.Π.Α., πρώτα μέσω του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας (National Institute of Mental Health) και πιο πρόσφατα, μέσω του Εθνικού Ινστιτούτου για τη Γήρανση (National Institute on Aging).

Με τα χρόνια, οι ερευνητές μελέτησαν τις διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων και την ευρύτερη ζωή τους, συμπεριλαμβανομένων των θριάμβων και αποτυχιών τους στη σταδιοδρομία και το γάμο. Συμπερασματικά, φαίνεται πως υπάρχει μια ισχυρή συσχέτιση, μεταξύ της υγιούς και ευτυχισμένης ζωής των ανδρών και των σχέσεών τους με την οικογένεια, τους φίλους και την κοινότητα.

Τα ευρήματα θα μπορούσαν να δώσουν σημαντικά μαθήματα και όχι μόνο στους επιστήμονες. Οι ανθρώπινες σχέσεις, περισσότερο από τα χρήματα ή τη φήμη, είναι αυτές που κρατούν τους ανθρώπους ευτυχισμένους καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Αυτοί οι δεσμοί προστατεύουν τους ανθρώπους από τις δυσκολίες της ζωής, συμβάλλουν στην καθυστέρηση της ψυχικής και σωματικής παρακμής και είναι οι καλύτεροι προγνωστικοί παράγοντες μιας μακράς και ευτυχισμένης ζωής, σε σχέση με την κοινωνική τάξη, το IQ ή ακόμα και τα γονίδια.

Σύμφωνα μάλιστα και με τα όσα δήλωσε ο δρ. Robert J. Waldinger, επικεφαλής της μελέτης, ψυχίατρος στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης και καθηγητής ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, “η εκπληκτική διαπίστωση είναι ότι οι σχέσεις μας και το πόσο ευτυχισμένοι είμαστε στις σχέσεις μας έχουν ισχυρή επιρροή στην υγεία μας […]. Όταν συγκεντρώσαμε ό,τι γνωρίζαμε για όσους βρίσκονταν στην ηλικία των 50 ετών, δεν ήταν τα επίπεδα χοληστερόλης που προέβλεπαν πώς θα γεράσουν […]. Οι άνθρωποι που ήταν οι πιο ικανοποιημένοι στις σχέσεις τους, στην ηλικία των 50, ήταν και οι πιο υγιείς στην ηλικία των 80 ετών”.

ΜΕΣΩMineo L. "Good genes are nice, but joy is better". Harvard Gazette. 11/4/2017
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Βιολογία στο Πανεπιστήμιο του Essex (2001) και έλαβε το μεταπτυχιακό στην Περιβαλλοντική Βιολογία το 2006 από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 2013 εργάσθηκε ως βιολόγος στο φορέα διαχείρισης Αξιού-Αλιάκμονα και το 2014 συνεργάστηκε με το Δήμο Σίνδου για τη εκπόνηση τεχνικής μελέτης για τη ρύπανση. Από το 2015 εργάζεται ως αναπληρώτρια καθηγήτρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εργασίες της έχουν δημοσιευθεί σε διεθνή περιοδικά και συνέδρια.