Μία από τις βασικές αιτίες της μετατροπής ενός οξέος πόνου σε χρόνιο είναι η περίπτωση στην οποία, εκτός των άλλων, ο συγκεκριμένος ασθενής πάσχει και από κάποιου βαθμού κατάθλιψη. Είναι γνωστό και πολλαπλώς τεκμηριωμένο ότι ένας στους τρεις καταθλιπτικούς παρουσιάζει και εκδηλώσεις χρόνιου πόνου ενώ ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή ένας στους τρεις πάσχοντες από χρόνιο πόνο να εκδηλώνει και καταθλιπτικά συμπτώματα. Η επίσημη αλλοθεραπευτική φαρμακευτική θεραπεία του χρόνιου πόνου χρησιμοποιεί φάρμακα με αναλγητικές αλλά και ισχυρές αντικαταθλιπτικές και αγχολυτικές ιδιότητες, όπως είναι, ανάμεσα σε άλλα, τα τρικυκλικά, τα SNRIs και τα αντιεπιληπτικά φάρμακα (Γεωργιάδης Α. Ε. «Χρόνιος Πόνος», εκδόσεις Dandelion. Aθήνα 2016).

Η κατάθλιψη στις σύγχρονες κοινωνίες δεν είναι κάτι το ιδιαίτερα σπάνιο. Στις Η.Π.Α., όπου όλα καταγράφονται για οικονομικούς κυρίως λόγους, έχει διαπιστωθεί ότι 1 στα 10 άτομα πάσχει από κατάθλιψη και από αυτά 1 στα 3 αποτελεί σοβαρή περίπτωση. Σύμφωνα με τις στατιστικές, η πιθανότητα να πάσχει κάποιος από κατάθλιψη είναι μεγαλύτερη:
1) όταν παρουσιάζει χρόνιο πρόβλημα υγείας, όπως π.χ. σακχαρώδη διαβήτη, καρδιακή νόσο ή αρθρίτιδα,
2) όταν ο τρόπος ζωής του είναι ανθυγιεινός, δηλαδή καπνίζει, κάνει κατάχρηση οινοπνεύματος, δεν γυμνάζεται ή είναι παχύσαρκος,
3) όταν είναι γυναίκα,
4) όταν η ηλικία του κυμαίνεται από 45 έως 65 ετών και
5) όταν διαμένει σε μία χώρα στην οποία το χρώμα του δέρματός του διαφέρει από αυτό της πλειοψηφίας των κατοίκων της.

Η κατάθλιψη ως νόσος έχει βιολογικό υπόβαθρο και γενετικές ρίζες. Μπορεί να εκδηλωθεί από ένα ισχυρό ερέθισμα, όπως ο θάνατος ενός προσφιλούς προσώπου, αλλά και από πολλά μικρά αλλά συνεχή δυσάρεστα ερεθίσματα.
Αν και τα συμπτώματα της κατάθλιψης διαφέρουν από άτομο σε άτομο, μπορούμε να πούμε ότι ο καταθλιπτικός έχει χάσει το ενδιαφέρον για την ζωή και δεν χαίρεται τίποτε, δεν αποφασίζει εύκολα και δε μπορεί να συγκεντρωθεί, αισθάνεται δυστυχής σχεδόν πάντα, αισθάνεται συνεχή κόπωση και έχει προβλήματα ύπνου, έχει χάσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, δεν συγχρωτίζεται με άλλους ανθρώπους, νιώθει κενός από συναισθήματα, έχει αυτοκτονικές τάσεις, καθώς και πολλά άλλα συμπεριφορικά γνωρίσματα.

Το βάλσαμο χρησιμοποιείται σε αρκετά κράτη σαν ήπιο αντικαταθλιπτικό φάρμακο ανάλογο με τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα της κατηγορίας των αναστολέων της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και νορεπινεφρίνης (SNRIs) όπως π.χ. η ντουλοξετίνη (π.χ. Cymbalta) ή των εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) όπως η φλουοξετίνη (π.χ. Ladose) που δρουν αναλγητικά προκαλώντας αύξηση των επιπέδων της σεροτονίνης ή/και της νοραδρεναλίνης αλλά και άλλων αντικαταθλιπτικών ουσιών στο νευρικό σύστημα. Τα φάρμακα αυτά όπως και η αγχολυτική και αναλγητική πρεγκαμπαλίνη (π.χ. Lyrica) και τα άλλα αντιεπιληπτικά χορηγούνται επισήμως (FDA και ΕΜΑ) εδώ και πολλά χρόνια για την αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου. Επόμενο είναι λοιπόν και το βάλσαμο να χρησιμοποιείται για την θεραπεία της ίδιας πάθησης.

Ακόμη το βάλσαμο έχει χρησιμοποιηθεί, με άλλοτε μεγάλη επιτυχία, για την θεραπεία διαφόρων παθήσεων όπως η κοινωνική φοβία, η διαταραχή της ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, η γενικευμένη αγχώδης νεύρωση, οι ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές, οι εποχιακές συναισθηματικές διαταραχές κ.ά. (Nahrstedt A., Butterweck V. 1997).
Το βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο ή αγούδουρας όπως λέγεται στην Κρήτη ή υπερικόν (υπερικόν το διάτρητο) όπως το έλεγαν οι αρχαίοι Ελληνες είναι ένα φυτικό φάρμακο που χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες στη συμπληρωματική και εναλλακτική ιατρική. Το όνομα «διάτρητο» προέρχεται από τα μελανά στίγματα που φέρουν τα φύλλα του φυτού, τα οποία όταν κάποιος τα παρατηρήσει στο φως φαίνονται σαν διάτρητα. Το όνομα σπαθόχορτο προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν θεραπευτικά εκτός από ηρεμιστικό και σαν κατάπλασμα για την επούλωση των τραυμάτων από τα τέμνοντα και νύσσοντα όπλα στους πολέμους. Στην αγγλική βιβλιογραφία αναφέρεται σαν κοινό St. John’s wort, διότι ανθίζει την εποχή που γιορτάζει η Εκκλησία τα γενέθλια του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου), οπότε γίνεται και η συγκομιδή του ενώ η λέξη wort (φυτό, αγριόχορτο) προέρχεται από τα αρχαία αγγλικά. Συνηθίζεται να τοποθετείται σε στεφάνια πάνω από την κύρια εξώπορτα του σπιτιού για να ξορκίζονται τα κακά πνεύματα. Ίσως η συνήθεια αυτή να προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα όπως και το όνομα υπερικόν που εάν αναλυθεί ετυμολογικά δηλαδή «υπερ» και «εικών», παραπέμπει σε κάποιο φυτό που τοποθετείται επάνω από τις εικόνες για θρησκευτικούς λόγους.

Το βάλσαμο είναι ένα ποώδες πολυετές φυτό που ανήκει στην οικογένεια των ‎Υπερικιδών (Hypericaceae). Το ύψος του δεν ξεπερνά το 1 μέτρο, φέρει επιμήκη λεία κιτρινοπράσινα φύλλα με διάσπαρτα στίγματα και υπέροχα κίτρινα αστεροειδή άνθη με πέντε πέταλα που φέρουν μικρά μαύρα στίγματα. Φύεται σαν αγριόχορτο σε πολλές εύκρατες και υγρές περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας αλλά και στην Αφρική, στην Αυστραλία και στις Η.Π.Α.. Όταν συνθλιβούν οι σπόροι του παράγεται ένα κόκκινο υγρό που περιέχει υπερικίνη και υπερφορίνη, φλαβονοειδή, ξανθόνες, φαινολικά οξέα και αιθέρια έλαια.

Ο Ιπποκράτης έχει καταγράψει πρώτος την χρήση του βάλσαμου ως φάρμακο για την θεραπεία των νευρολογικών παθήσεων. Το βάλσαμο αποτελούσε το περίφημο «ίαμα» των αρχαίων Σπαρτιατών οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν σαν φάρμακο των πληγών τους μετά από τις μάχες. Μεταγενέστεροι συγγραφείς όπως ο Διοσκουρίδης, ο Γαληνός, ο Πλήνιος και άλλοι αναφέρουν τις θεραπευτικές ιδιότητες του φυτού ως ηρεμιστικό, ρυθμιστικό των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης και διουρητικό. Το χαρακτηριστικό κόκκινο αφέψημα του βάλσαμου χρησιμοποιήθηκε πολύ στις σταυροφορίες από τους ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη για τη θεραπεία των πολεμικών τραυμάτων τους, διότι εκτός της αντιφλεγμονώδους φαίνεται ότι διαθέτει και αντισηπτική αλλά και αντιβιοτική δράση. Τέλος, η λέξη «βαλσάμωμα» προέρχεται από το βάλσαμο επειδή χρησιμοποιείτο στην διαδικασία ταρίχευσης των νεκρών.

Οι σπόροι και τα φύλλα του βάλσαμου προκαλούν φωτοευαισθησία, νευρική καταστολή, αυτόματη αποβολή και θάνατο εάν καταναλωθεί υπερβολικά από φυτοφάγα ζώα, όπως πρόβατα, βοοειδή, άλογα κ.λπ. επειδή φύεται σαν αγριόχορτο στα λιβάδια (Harper J. 2010). Όταν καλλιεργείται για οικονομική εκμετάλλευση, ο έλεγχος της εξάπλωσης του βάλσαμου γίνεται είτε με ζιζανιοκτόνα, είτε με ανάπτυξη κατάλληλων εντόμων σε ειδικές καλλιέργειες.
Εκτός από τη θεραπευτική του χρήση, το βάλσαμο έχει χρησιμοποιηθεί και για χρώση των μάλλινων ή/και μεταξωτών υφασμάτων ως συμπληρωματική χρωστική ύλη της κόκκινης και της κίτρινης βαφής.

Σύσταση

Το φυτό περιέχει πολλές βιοδραστικές ουσίες όπως: υπερικίνη (naphthodianthrone), ψευδοϋπερικίνη, υπερφορίνη (λιποφιλική phloroglucinol), φλαβονοειδή όπως κεμφερόλη και κερκετίνη (16% ιδιαίτερα στα φύλλα), biapigenin, κατεχίνες, γλυκοσίδες (ρουτίνες) ξανθόνες, φαινολικά οξέα (caffeic, chlorogenic, p-coumaric, ferulic, p-hydroxybenzoic acids), τανίνες, βανιλικά οξέα, αλκοόλες, αιθέρια έλαια (methyl-2-octane, a- και b- pinene, a-terpineol, geraniol, ίχνη από myrcene και limonene (0,13%) και πολλές άλλες λιγότερο σημαντικές ουσίες (Barnes J., et al. 2001, Nahrstedt A., et al. 1997). Οι βιοδραστικές αυτές ουσίες εμφανίζονται περισσότερο στα άνθη παρά στα φύλλα του βάλσαμου. Ανάλογα με την περιοχή αλλά και την εποχή που συλλέγεται το φυτό είναι δυνατόν να διαφέρουν τα ποσοστά των βιοδραστικών ουσιών που περιέχει.

Φαρμακοκινητική

Αρκετές φαρμακοκινητικές μελέτες έχουν γίνει σε υγιείς ενήλικες. Τα αποτελέσματά τους δείχνουν ότι η μέγιστη πυκνότητά του στο πλάσμα επιτυγχάνεται μετά από 2-3 ώρες αλλά εξαρτάται από τη δόση και το φαρμακευτικό σκεύασμα. Πιο ειδικά, και όσον αφορά μόνο στην υπερικίνη, η μέγιστη πυκνότητά της επιτυγχάνεται μετά από 0,4 έως 0,6 της ώρας. Ο χρόνος ημι-αποβολής είναι από 24 έως 26 ώρες πάλι ανάλογα με το σκεύασμα και την δόση. Τέλος, σταθερή πυκνότητα στο αίμα επιτυγχάνεται μετά από δόση 300 mg βαλσάμου, τρεις φορές την ημέρα μετά από 4 ημέρες (εξαρτάται πάλι από το σκεύασμα) (Biber A., et al. 1988, American Herbal Pharmacopeia 1997).

Φαρμακοδυναμική

Το βάλσαμο αποτελεί ένα από τα περισσότερο μελετημένα βότανα. Έχουν δημοσιευθεί περισσότερα από 3.274 άρθρα εκ των οποίων περισσότερα από 300 είναι κλινικές μελέτες. Ακόμη, στη βιβλιογραφία αναφέρονται περισσότερες από 609 ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις (PubMed Μάϊος 2019).

Οι πιο δραστικές ουσίες που διαθέτει το βάλσαμο είναι η υπερικίνη και η υπερφορίνη. Πιστεύεται όμως ότι ο συνδυασμός των φαρμακολογικών ιδιοτήτων όλων των βιοδραστικών ουσιών που περιέχει είναι αυτός που προσδίδει το τελικό επιθυμητό κλινικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. (Schmidt M., et al. 2015. Reichling J., et al. 2003).

Οι ουσίες που περιέχει το βάλσαμο είναι ισχυροί αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, της ντοπαμίνης, της νοραδρεναλίνης, όπως και τα κλασικά φάρμακα SNRIs και SSRIs. Παράλληλα καταστέλλουν την έκκριση του ισχυρότατου διεγερτικού νευροδιαβιβαστή του πόνου, του L-γλουταμικού οξέος, στην προσυναπτική περιοχή της σύναψης ενώ παράλληλα διεγείρουν την παραγωγή του ισχυρότερου κατασταλτικού νευροδιαβιβαστή του πόνου, του γ-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA), στην μετασυναπτική περιοχή. Αυτές οι δράσεις συνδυαζόμενες ανακουφίζουν από τα συμπτώματα του πόνου και της κατάθλιψης. Ακόμη, η υπερφορίνη και η υπερικίνη, σύμφωνα με άλλες μελέτες, αναστέλλουν την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων in vitro. Τέλος, έχουν περιγραφεί και αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές, αντισηπτικές και αντιβιοτικές ιδιότητες του φαρμάκου (Barnes J., et al. 2001).

Αντικαταθλιπτική και αναλγητική δράση

Η σεροτονίνη και η νοραδρεναλίνη είναι δύο από τους κυριότερους νευροδιαβιβαστές στην οδό του πόνου. Πρόκειται δηλαδή για ουσίες που ευθύνονται για τη μετάδοση των νευρικών ερεθισμάτων στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ). Έχουν πάμπολλες δράσεις στον οργανισμό και ελέγχουν πολλές και διαφορετικές λειτουργίες του όπως το συναίσθημα, το άγχος, την ούρηση, την γαστρεντερική κινητικότητα κ.ά. Ιδιαίτερα η έκλυση σεροτονίνης θεωρείται ότι διαμορφώνει επιπλέον μια ευχάριστη και χαλαρωτική διαθέση την οποία μπορεί να βιώσει κάποιος εύκολα όταν εκτεθεί για μερικά λεπτά στον ήλιο ή όταν τρώγει σοκολάτα. Μια από τις κύριες λειτουργίες τους είναι και η αναστολή του πόνου στο ΚΝΣ. Οι δράσεις τους εξασκώνται κυρίως στις συνάψεις. Και οι δύο βρίσκονται σε ειδικά κυστίδια στην προσυναπτική περιοχή, τα οποία εκβάλλουν το περιεχόμενό τους στην συναπτική σχισμή. Στη συνέχεια η νοραδρεναλίνη και η σεροτονίνη συνδέονται με τους υποδοχείς τους στην μετασυναπτική περιοχή. Όταν διεγείρονται οι υποδοχείς αυτοί προκαλούν αύξηση της εξόδου των ιόντων καλίου από τους ομώνυμους διαύλους και την δημιουργία υπερπόλωσης στη μετασυναπτική περιοχή. Η υπερπόλωση αποκλείει την συνέχιση της πορείας των ηλεκτρικών ερεθισμάτων του πόνου προς τον εγκέφαλο με αποτέλεσμα την αναλγησία. Στη συνέχεια ένα μέρος τους καταστρέφεται από τα ειδικά ένζυμα της συναπτικής σχισμής και ένα μέρος επαναπροσλαμβάνεται από ειδικούς υποδοχείς της προσυναπτικής περιοχής και αποθηκεύεται για να χρησιμοποιηθεί αργότερα. Η επίδραση του βάλσαμου στις συνάψεις προκαλεί αποκλεισμό των υποδοχέων της επαναπρόσληψης με αποτέλεσμα την αύξηση της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης στη συναπτική σχισμή. Ακολούθως, αυξάνεται αφενός η ένταση και αφετέρου η διάρκεια της αναλγητικής δράσης των δύο αυτών νευροδιαβιβαστών.

Ακόμη, φαίνεται ότι το βάλσαμο βελτιώνει το άγχος, τον ύπνο και την κόπωση. Δρα δηλαδή όπως δρουν τα κλασικά φάρμακα SNRIs (ντουλοξετίνη κ.ά.) και SSRIs (φλουοξετίνη, σερτραλίνη κ.ά.). Επειδή όμως το αποτέλεσμα είναι δοσοεξαρτώμενο, το βάλσαμο σε συνηθισμένες δόσεις δρα πολύ πιο ήπια από τα κλασικά φάρμακα.

Με παρόμοιο τρόπο δρα και στη διαχείριση της ντοπαμίνης στον οργανισμό. Το βάλσαμο αυξάνει τη δράση της ντοπαμίνης η οποία προκαλεί, μεταξύ άλλων, και βελτίωση της διάθεσης (ευφορίας). Παλαιότερες μελέτες υποστήριζαν ότι το βάλσαμο αναστέλλει την μονοαμινοξειδάση (ΜΑΟ). Η ΜΑΟ είναι ένα ένζυμο, υπεύθυνο για την καταστροφή της ντοπαμίνης στις νευρικές συνάψεις. Η αναστολή της δράσης του έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της ντοπαμίνης, άρα και τη βελτίωση της ευχάριστης διάθεσης του ατόμου με ταυτόχρονη μείωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Μετά από μελέτες in vitro και in vivo σε πειραματόζωα και ανθρώπους κάποιοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η αναστολή της ΜΑΟ, παρ’ ότι προκαλείται, δεν αποτελεί την κύρια δράση του βαλσάμου και η αντικαταθλιπτική δράση του οφείλεται κυρίως στην αύξηση της δράσης της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης οι οποίες (ιδιαίτερα η σεροτονίνη) παρουσιάζουν ισχυρές αντικαταθλιπτικές ιδιότητες (Yu, P. H. 2000).

Το γ-αμινοβουτυρικό οξύ (γ-aminobutyric acid ή GABA) είναι ένα αμινοξύ που εκκρίνεται από τους κατασταλτικούς νευρώνες του ΚΝΣ και καταστέλλει τα ερεθίσματα του πόνου στις συνάψεις του νωτιαίου μυελού και του εγκεφάλου στον ενήλικα. Συντίθεται στα νευρικά κύτταρα από το γλουταμικό οξύ με την παρέμβαση των ενζύμων L-glutamic acid decarboxylase και pyridoxal phosphate (που είναι η δραστική μορφή της βιταμίνης B6).
Το GABA δρα διαμέσου δύο υποδοχέων (Α και Β) οι οποίοι βρίσκονται στη μετασυναπτική μεμβράνη. Η διέγερση των υποδοχέων αυτών έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του αρνητικού φορτίου στο μετασυναπτικό τμήμα της σύναψης και την υπερπόλωσή του με επακόλουθο την καταστολή των ερεθισμάτων του πόνου. Φάρμακα που παρουσιάζουν παρόμοια φαρμακολογική δράση με το GABA χρησιμοποιούνται σαν κατασταλτικά του ΚΝΣ αλλά και των μυών, σαν αγχολυτικά και αντιεπιληπτικά. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι οι βενζοδιαζεπίνες, τα βαρβιτουρικά και άλλα. Μελέτες έδειξαν ότι το βάλσαμο διεγείρει τους υποδοχείς του GABA και ενισχύει την αναλγητική δράση των άλλων δραστικών ουσιών που προαναφέραμε (Uebelhack R., et al. 2000).

Σε άλλα πειραματικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται στην κατάθλιψη διαπιστώθηκε ότι και τα φλαβονοειδή που περιέχει το βάλσαμο μπορούν να προφυλάξουν τα πειραματόζωα από ερεθίσματα που προκαλούν άγχος (Butterweck, V., et al. 2000).

Αντιφλεγμονώδης, αντιβιοτική και αντι-ιϊκή δράση

Το βάλσαμο, πλην της αντικαταθλιπτικής του δράσης, διαθέτει παράλληλα και σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες παρεμβαίνοντας στον μεταβολισμό του αραχιδονικού οξέος (καταρράκτης του αραχιδονικού οξέος). Θεωρείται ότι καταστέλλει την παραγωγή των λευκοτριενών, διαμέσου της αναστολής της 5-λιποεξογενάσης και δευτερευόντως την παραγωγή των προσταγλανδινών, διαμέσου της αναστολής της κυκλοοξυγενάσης 1 (COX-1). Φαίνεται όμως ότι δρα και αντιοξειδωτικά παρεμβαίνοντας και στη δράση του ΝΟ (Schmidt M., et al. 2015).
Ακόμη έχει βρεθεί ότι σε τοπικά μεγάλες συγκεντρώσεις έχει αντιβιοτικές δυνατότητες κυρίως στους Gram θετικούς κόκκους (Streptococcus pyogenes και Corynebacterium diphtheriae) όπως και αντι-ιϊκές δυνατότητες στον ιό του έρπητα ζωστήρα και του ΗΙV (American Herbal Pharmacopeia 1997).

Κλινική αποτελεσματικότητα

Η κύρια δραστικότητα του βάλσαμου οφείλεται στην αλληλεπίδραση κάποιων από τις πολλές ουσίες που περιέχει, όπως π.χ. της υπερικίνης, της υπερφορίνης, κάποιων φλαβονοειδών, της κατεχίνης και πολλών άλλων στις συνάψεις του ΚΝΣ. Το αντικαταθλιπτικό αποτέλεσμα προκαλείται από: α) αναστολή της επαναπρόσληψης σεροτονίνης ή/και νοραδρεναλίνης ή/και ντοπαμίνης με επακόλουθο την τοπική αύξηση αυτών των αντικαταθλιπτικών ουσιών και β) από διέγερση των A και Β υποδοχέων του GABA και επακόλουθη τοπική αύξηση του GABA. Ο συνδυασμός αυτών των δύο δράσεων στις συνάψεις του ΚΝΣ επιτυγχάνει έντονο αντικαταθλιπτικό και αναλγητικό αποτέλεσμα (Busti A. 2015).

Κλινικές μελέτες

Το 2008 μια ανασκόπηση 29 μελετών από την Cochrane Library σε 5.489 ασθενείς που έπασχαν από κατάθλιψη και έλαβαν βαλσαμόχορτο για 4 έως 12 εβδομάδες κατέληξε στα συμπεράσματα ότι το συγκεκριμένο βότανο είναι: α) ανώτερο από το placebo για την θεραπεία της σοβαρής, μέτριας και ελαφράς κατάθλιψης, β) το ίδιο δραστικό με τα κοινά αντικαταθλιπτικά και γ) έχει λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από τα κοινά αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Οι περισσότερες μελέτες προέρχονταν από την Γερμανία που έχει μακρά παράδοση στην χρήση του βάλσαμου. Όσον αφορά στις ανεπιθύμητες ενέργειες, τα σκευάσματα του βάλσαμου που χρησιμοποιήθηκαν παρουσίασαν 26,3% ανεπιθύμητες ενέργειες ενώ τα κλασικά αντικαταθλιπτικά 44,7% (αναλογία συχνότητας ΑΕ: 0.57; 95% CI: 0.47 to 0.69). (Linde K., et al. 2008).

Tο 2016 μια άλλη ανασκόπηση 35 μελετών που περιλάμβανε 6.993 ασθενείς που είχαν λάβει διαφορετικά σκευάσματα βαλσαμόχορτου που περιείχαν όμως 0,3% υπερικίνη και 1-4% υπερφορίνη κατέληξε στα ίδια αποτελέσματα με αυτά της ανασκόπησης της Cochrane, μόνο που οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το φάρμακο δεν θα πρέπει να χορηγείται σε περιπτώσεις ελαφράς και όχι σοβαρής κατάθλιψης μέχρι να προκύψουν πιο πειστικά ευρήματα (Apaydin E., et al. 2016).

Τέλος, το 2017 μία τρίτη ανασκόπηση 27 κλινικών μελετών που αφορούσαν 3.808 ασθενείς που έπασχαν από κατάθλιψη και λάμβαναν ή βαλσαμόχορτο ή διάφορα SSRIs κατέληξε στα ίδια συμπεράσματα με τις προηγούμενες, επιβεβαιώνοντας την αποτελεσματικότητα του βάλσαμου στη μέτρια και ήπια κατάθλιψη και τονίζοντας ότι παρουσιάζει λιγότερες παρενέργειες από τα επίσημα χορηγούμενα αντικαταθλιπτικά (Nq Q.X., et al. 2017).
Καλόν είναι όμως να αναφερθεί και μία μελέτη που έχει αφενός σχέση με το βάλσαμο, αφετέρου μας κατευθύνει προς τον σωστό τρόπο που πρέπει να γίνονται οι συγκριτικές μελέτες διαφόρων βοτάνων όταν προσπαθούμε να αποδείξουμε την αποτελεσματικότητά τους συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο (placebo).

To National Institute of Health των Η.Π.Α. χορήγησε αρκετά εκατομμύρια δολάρια για να διαπιστωθεί εάν το βάλσαμο είναι καλύτερο α) από το εικονικό φάρμακο και β) από το γνωστό αντικαταθλιπτικό σερτραλίνη (π.χ. Zoloft). Γι’ αυτό τον λόγο σχεδιάστηκε μια τυχαιοποιημένη διπλή τυφλή μελέτη σε 340 άτομα που έπασχαν από μέτρια ή σοβαρή κατάθλιψη στους οποίους χορηγήθηκε: α) placebo, β) βάλσαμο σε δόση 900 έως 1.500 mg/ημέρα και γ) σερτραλίνη 50 mg έως 100 mg/ημέρα. Όλοι οι ασθενείς αξιολογήθηκαν πριν και μετά από 8 εβδομάδες με το Hamilton Depression Score.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι βελτιώθηκε το 31,9% αυτών που έλαβαν εικονικό φάρμακο, το 23,9% αυτών που έλαβαν βάλσαμο και το 24,8% αυτών που έλαβαν σερτραλίνη. Πρακτικά δηλαδή, τόσο το βάλσαμο όσο και ένα SSRI όπως η σερτραλίνη με πολλές επίσημες θετικές μελέτες για τη δράση του στην κατάθλιψη το οποίο είναι αποδεκτό και συνιστώμενο από την FDA και ΕΜΑ, δεν παρουσίασαν διαφορές ούτε από το εικονικό φάρμακο αλλά ούτε και μεταξύ τους. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο JAMA (Hypericum Depression Trial Study Group. 2002). Το ερώτημα που τέθηκε από όλους ήταν η περίπτωση να ήταν λανθασμένος ο τρόπος αξιολόγησης της κατάθλιψης με το συγκεκριμένο δείκτη (Hamilton Depression Score).

Τη μελέτη αυτή την αναφέρουμε σαν παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο πρέπει να αξιολογούνται τα βότανα και τα άλλα φάρμακα της συμπληρωματικής ή εναλλακτικής ιατρικής, πριν μερικοί από εμάς τους κλασικούς γιατρούς, τα απορρίψουμε «ελαφρά τη καρδία». Δηλαδή, χρειάζονται σωστά σχεδιασμένες μελέτες οι οποίες να συγκρίνουν το βότανο με κάποιο φάρμακο με επαρκή τεκμηρίωση για τη συγκεκριμένη πάθηση από άλλες μελέτες. Δυστυχώς μέχρι σήμερα τα σχετικά φάρμακα δεν αξιολογούνται με αυτόν τον τρόπο γι’ αυτό και στο συμπέρασμα των περισσοτέρων σχετικών μελετών, οι συγγραφείς συνεχώς καταλήγουν ότι χρειάζονται περισσότερες μελέτες για τη σωστή αξιολόγησή τους, ανεξάρτητα με τα θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα ως προς το βότανο που μελετάται.

Συμπέρασμα: Άφθονα χρήματα ξοδεύονται χωρίς κανένα θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα!

Όσον αφορά στη δράση του βάλσαμου στην θεραπεία των ελαφρών επιφανειακών τραυμάτων του δέρματος από αιχμηρά όργανα (εξ’ ού και η ονομασία σπαθόχορτο από τους αρχαίους Έλληνες), μώλωπες και εγκαύματα, μία πρόσφατη και αρκετά τεκμηριωμένη εργασία επιβεβαιώνει τη θετική αποτελεσματικότητά του (Yucel A., et al. 2017).
Το βάλσαμο έχει χρησιμοποιηθεί πειραματικά και για την θεραπεία άλλων παθήσεων (έρπητας, HΙV) με αμφίβολα μέχρι στιγμής αποτελέσματα.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Το βάλσαμο παρουσιάζει κάποιες ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες είναι ελαφρές και αναστρέψιμες όταν χορηγηθεί στη δοσολογία που καθορίζεται κάθε φορά για συγκεκριμένο φαρμακευτικό σκεύασμα. Οι πιο συχνές από αυτές είναι: κόπωση, γαστρεντερικά συμπτώματα, ξηροστομία, ζάλη και σύγχυση. Η αναφερόμενη φωτοευαισθησία είναι εξαιρετικά σπάνια και συνήθως αναφέρεται μετά από υψηλές δόσεις, όπως και οι κρίσεις μανίας σε διπολικά άτομα. Σταθερό εύρημα σε όλων των ειδών τις μελέτες που έχουν γίνει για το βάλσαμο είναι ότι προκαλεί σημαντικά λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από το αντικαταθλιπτικό φάρμακο με το οποίο συγκρίνεται, είτε αυτό είναι τρικυκλικό είτε SNRI ή SSRI (Barnes J., et al. 2001. Apaydin Ε., et al. 2016).

Πάντως σε μία μελέτη που έγινε μεταξύ 2000 και 2013 στη Αυστραλία στην οποία συγκρίθηκαν ο αριθμός των παρενεργειών που αναφέρθηκαν από γιατρούς με το βαλσαμόχορτο ή τη φλουοξετίνη (π.χ. Prozac, Ladose) έδειξε ότι οι 84 περιπτώσεις αναφοράς κάποιας παρενέργειας του πρώτου αντιστοιχούν με 447 αναφορές παρενέργειας του δευτέρου. Η διαφορά δηλαδή ήταν σημαντικά υπέρ του βάλσαμου (Hoban C., et al. 2015).

Συστήνεται η αποφυγή της λήψης βάλσαμου όταν ο/η ασθενής εκτίθεται για πολλές ώρες στον ήλιο λόγω επαγγέλματος ή διακοπών. Επίσης, καλό είναι πάντως να μη χορηγείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της γαλουχίας διότι δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες μελέτες. Ακόμη να αποφεύγεται η χορήγησή του σε μικρά παιδιά.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα

Έχει αποδειχθεί από πολλές εργασίες ότι το βάλσαμο προκαλεί σημαντικές και επικίνδυνες αλληλεπιδράσεις όταν συγχορηγείται μαζί με αντιυπερτασικά (β-αναστολείς, αμλοδιπίνη, διλτιαζέμη κ.ά.), αντιρετροϊκά, αντισυλληπτικά, αντικαρκινικά (κυκλοσπορίνη κ.ά.), αντιαρρυθμικά (αμιοδαρόνη), στατίνες (σιμβαστατίνη, ατορβαστατίνη κ.ά.), διγιτοξίνη, ομεπραζόλη, τραμαδόλη, αντιπηκτικά και πολλά άλλα φάρμακα. Η δράση αυτή είναι αποτέλεσμα της επαγωγής (ενίσχυσης) των ενζύμων CYP3A4 και CYP1A2 (ΟΑΤΡ1α2) του κυτοχρώματος Ρ450 που μεταβολίζουν τα παραπάνω φάρμακα στο ήπαρ με αποτέλεσμα να μειώνονται τα επίπεδα των τελευταίων στο αίμα και να ελαττώνεται η δράση τους.
Πράγματι, μελέτες που έγιναν στο Wake Forest Baptist Medical Center στις Η.Π.Α. απέδειξαν ότι το βάλσαμο επιδρά στο μεταβολισμό πολλών φαρμάκων και τον επιταχύνει, με αποτέλεσμα τα δραστικά επίπεδά τους να μειώνονται εντυπωσιακά στον οργανισμό και να εξασθενεί η δράση τους. Ένα κλασικό παράδειγμα αποτελεί η συγχορήγηση του βάλσαμου με αντισυλληπτικό φάρμακο. Το πρώτο μειώνει τα δραστικά επίπεδα του δεύτερου, με αποτέλεσμα μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη (προειδοποίηση του ΕΟΦ Σουηδίας). Το ίδιο συμβαίνει και όταν συγχορηγείται με αντιβιοτικά ή κυκλοσπορίνη.

Παρόμοια ευρήματα οδήγησαν στην απαγόρευση του βάλσαμου στη Γαλλία, ενώ σε άλλες χώρες, όπως η Ιαπωνία και ο Καναδάς, επιβλήθηκαν περιορισμοί.

Ακόμη, το βάλσαμο δε θα πρέπει να χορηγείται μαζί με άλλα αντικαταθλιπτικά όπως τα SSRIs ή NSRIs ή την τραμαδόλη διότι αυξάνονται σημαντικά τα επίπεδα της σεροτονίνης στον οργανισμό και πιθανόν να προκύψει σεροτονινικό σύνδρομο. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά σπάνιο σύνδρομο το οποίο όμως κάποιος πρέπει να γνωρίζει για να το διαγνώσει σωστά, και περιλαμβάνει σύγχυση, πυρετό, διέγερση, ταχυκαρδία, ρίγη, ιδρώτες, διάρροια και μυϊκούς σπασμούς. Παρέρχεται με την διακοπή των υπεύθυνων φαρμάκων.
Καλόν είναι λοιπόν κατά τη λήψη του ιστορικού να ρωτάμε πάντα και εάν ο ασθενής μας λαμβάνει πλην των κλασικών φαρμάκων και άλλες ουσίες, όπως βιταμίνες, μέταλλα ή φυτικά προϊόντα, γιατί πολλά από αυτά, όπως π.χ. το γκρέϊπφρουτ, είναι δυνατόν να επηρεάσουν αρνητικά την φαρμακευτική αγωγή που θα χορηγήσουμε (Scott A., et al. 2014).

Δοσολογία

Το βαλσαμόχορτο χορηγείται ως δρόγη σε παρασκευάσματα που περιέχουν ποσοστό υπερικινών μεγαλύτερο του 0,08%, είτε ως βαλσαμέλαια (ξηρά εκχυλίσματα με οινόπνευμα 38%), είτε ως βάμματα (υγρά εκχυλίσματα με οινόπνευμα 45-50%) και σε αποξηραμένα τμήματα του φυτού για την παρασκευή ροφημάτων. Ακόμη, υπάρχουν κρέμες, κάψουλες ή χάπια διαθέσιμες στο εμπόριο.

Η προτεινόμενη δόση κυμαίνεται από 300 έως 1.800 mg 2 έως 3 φορές την ημέρα. Η πιο συχνή και ασφαλής δόση είναι περίπου 900 mg την ημέρα. Η τιτλοποίηση της δοσολογίας παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια.

To βάλσαμο χρησιμοποιείται στις τροφές. Έχει ταξινομηθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης σαν φυσική ουσία της διατροφής (κατηγορία 5) με όρια ασφάλειας για την υπερικίνη και τις ξανθόνες (Council of Europe 2000).

Αναφέρεται ότι μόνο το 1994 συνταγογραφήθηκαν στη Γερμανία συνταγές βάλσαμου σε 20 εκατομμύρια ασθενείς και ότι στη Μοντάνα των Η.Π.Α. καλλιεργούνται 500.000 στρέμματα του φυτού (Wikιpedia). Πρόσφατα οι πωλήσεις των προϊόντων που περιέχουν το βότανο αυτό μόνο στην Ευρώπη υπερβαίνουν πολλά δισεκατομμύρια δολάρια. Στις Η.Π.Α. οι ετήσιες πωλήσεις έφθασαν τα 315 εκατομμύρια δολάρια το 1998, μειώθηκαν ωστόσο σε 60 εκατομμύρια έως το 2006.

Στη Γερμανία, σε αντίθεση με άλλες χώρες, το βάλσαμο μπορεί να συνταγογραφηθεί και να αποζημιωθεί. Γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιείται κατά κόρον ιδιαίτερα από τους γενικούς ιατρούς (Forsdike Κ., et al. 2019). Επίσης, στο Ηνωμένο Βασίλειο συνταγογραφείται αλλά το κόστος του σκευάσματος επιβαρύνει τον ασθενή. Στις Η.Π.Α. το βάλσαμο έγινε πάρα πολύ δημοφιλές μετά από την παρουσίασή του στο ευρύ κοινό από ένα πρόγραμμα του ABC News τον Ιούνιο του 1997 (ως το φυτικό Prozac/Ladose). Παρ’ όλα αυτά, για την FDA αποτελεί διατροφικό συμπλήρωμα και κατά συνέπεια δεν καθορίζεται η δραστικότητα και η ασφάλειά του. Σε άλλες χώρες, όπως π.χ. στην Αυστραλία και στην Ελλάδα κυκλοφορεί σαν προϊόν ΜΗΣΥΦΑ σε φαρμακεία, supermarkets και στο διαδίκτυο. Χαρακτηριστικά, και ειδικά στην ιστοσελίδα Amazon είναι διαθέσιμα πάνω από 100.000 προϊόντα βάλσαμου.

Το βάλσαμο στην Ελλάδα κυκλοφορεί και σαν βαλσαμόλαδο ή σπαθόλαδο, το οποίο κατασκευάζεται από τοπικούς παραγωγούς. Συλλέγονται κυρίως τα άνθη του κατά τους μήνες Ιούλιο-Αύγουστο, ανάλογα με την περιοχή. Τοποθετούνται σε ένα αποστειρωμένο βάζο και αναμιγνύονται με παρθένο ελαιόλαδο υψηλότατης καθαρότητας και χαμηλής οξύτητας σε αναλογία 1 μέρος άνθη προς 10 μέρη ελαιόλαδο. Το μείγμα εκτίθεται για ένα τουλάχιστον μήνα στον ήλιο για να υποστεί ζύμωση, μέχρι να αποκτήσει ένα βαθύ κόκκινο χρώμα από την υπερικίνη. Το δοχείο καλύπτεται με πανί ή χαρτί για να εξατμίζεται η υγρασία από τα άνθη. Κατόπιν, συλλέγεται και διατηρείται σε αδιαφανείς φιάλες μακριά από τον ήλιο.

Συμπεράσματα

Το βάλσαμο είναι ένα από τα περισσότερο μελετημένα βότανα. Η δράση του στην ήπια και μέτρια κατάθλιψη είναι τεκμηριωμένη. Η θετική δράση του στην ήπια κατάθλιψη, το χρόνιο πόνο και τη χρόνια φλεγμονή το καθιστά ιδανικό φάρμακο για περιπτώσεις ινομυαλγίας. Οι ανεπιθύμητες ενέργειές του είναι ελαφρές και σπάνιες. Θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν χορηγείται μαζί με άλλα φάρμακα, διότι προκαλεί σημαντικές αλληλεπιδράσεις.

Βιβλιογραφία

• American Herbal Pharmacopeia. St. John’s Wort. Hypericum perforatum. Quality Control, Analytical and Therapeutic Monograph. Texas: American Botanical Council.1997.
• Apaydin Ε., et al. A systematic review of St. John’s wort for major depressive disorder. Systematic Reviews 2016 Sep 2;5(1):148.
• Barnes J., et al. St John’s wort (Hypericum perforatum L.): A review of its chemistry, pharmacology and clinical properties. Journal of Pharmacy and Pharmacology 2001 May;53(5):583-600.
• Biber, A., et al. Oral bioavailability of hyperforin from hypericum extracts in rats and human volunteers. Pharmacopsychiatry 1998 Jun;31 Suppl 1:36-43.
• Busti A. The Mechanism of Action of St. John’s wort (Hypericum perforatum) in the Treatment of Depression. EBM Consult 2015
https://www.ebmconsult.com/articles/herbal-supplement-st-john-wort-hypericum-perforatum-mechanism-depression.
• Butterweck, V., et al. Flavonoids from Hypericum perforatum show antidepressant activity in the forced swimming test. Planta Medica 2000 Feb;66(1):3-6.
• Davis S. A., et al. Use of St. John’s Wort in Potentially Dangerous Combinations. The Journal of Alternative and Complementary Medicine 2014 Jul;20(7):578-9.
• Forsdike Κ., et al. St John’s wort for depression: scoping review about perceptions and use by general practitioners in clinical practice. Journal of Pharmacy and Pharmacology 2019 Jan;71(1):117-128.
• Harper J. Population Biology of Plants. Blackburn Press 2010. ISBN 978-1-932846-24-9.
• Hoban C., et al. A comparison of patterns of spontaneous adverse drug reaction reporting with St. John’s Wort and fluoxetine during the period 2000–2013.Clinical & Experimental Pharmacology & Physiology, May 2015; 42(7):747-
• National Institute of Mental Health. Depression: What You Need To Know. https://www.nimh.nih.gov/health/publications/depression-what-you…/index.shtm
• Hypericum Depression Trial Study Group. Effect of Hypericum perforatum (St John’s wort) in major depressive disorder: a randomized controlled trial. JAMA 2002 Apr 10;287(14):1807-14.
• Linde K., et al. St John’s wort for major depression. Cochrane Database of Systematic Reviews 2008 Oct 8;(4):CD000448.
• Nahrstedt A., Butterweck V. Biologically active and other chemical constituents of the herb of Hypericum perforatum L. Pharmacopsychiatry 1997 Sep;30 Suppl 2:129-34.
• Nq Q.X., et al. Clinical use of Hypericum perforatum (St John’s wort) in depression: A meta-analysis. Journal of Affective Disorders 2017 Mar 1;210:211-221
• Reichling J., et al. St. John’ Wort (Hypericum perforatum) multicompound preparations versus single substances. Forschende Komplementarmedizin und Klassische Naturheilkunde 2003 Apr;10 Suppl 1:28-32.
• Schmidt M., et al. The mechanisms of action of St. John’s wort: an update. Wiener Medizinische Wochenschrift. 2015 Jun;165(11-12):229-35.
• Uebelhack, R., et al. In vitro effects of hypericum extract and hyperforin on 5HT uptake and efflux in human blood platelets. Pharmacopsychiatry 2001 Jul;34 Suppl 1:S146-7.
• Depression (Major depressive disorder) – Symptoms and Causes.
https://www.mayoclinic.org/diseases-conditions/depression/symptoms-causes/syc-20356007
• Yu P. H. Effect of the Hypericum perforatum extract on serotonin turnover in the mouse brain. Pharmacopsychiatry 2000 Mar;33(2):60-5.
• Yücel A., et al. Effect of St.John’s wort (Hypericum perforatum) oily extract for the care and treatment of pressure sores; a case report. Journal of Ethnopharmacology 2017 Jan 20;196:236-241.
• Γεωργιάδης Α. Ε. Χρόνιος Πόνος, Εκδ. Dandelion. Αθήνα 2016.

O Αχιλλέας Γεωργιάδης, ρευματολόγος και ο Ερμής Γεωργιάδης, μοριακός βιολόγος, ιδρυτές των επιστημονικών ιστοτόπων www.myoskeletiko.com και www.medicalmagazine.gr αντίστοιχα, ενώνουν τις δυνάμεις τους σε μία σειρά άρθρων σχετικών με τα συμπληρώματα διατροφής, εν' όψει της κυκλοφορίας ενός νέου συγγράμματος.