Το μελάνωμα αντιπροσωπεύει το 1% του συνόλου των καρκίνων του δέρματος, αλλά είναι υπεύθυνο για τους περισσότερους θανάτους από αυτούς. Προέρχεται από τα μελανινοκύτταρα (melanocytes) του δέρματος, τα οποία παράγουν τη χρωστική μελανίνη.
Τα μελανώματα μπορούν να εμφανιστούν οπουδήποτε στο δέρμα, αλλά είναι πιθανότερο να αναπτυχθούν σε στήθος και πλάτη (στους άνδρες) και στα πόδια (στις γυναίκες), ενώ άλλες θέσεις περιλαμβάνουν λαιμό και πρόσωπο. Μερικές περιπτώσεις μελανώματος προέρχονται από προϋπάρχοντες σπίλους («ελιές»), αλλά οι περισσότερες προέρχονται από πηγές που μέχρι τώρα ήταν άγνωστες.
Σε μια νέα έρευνα, με επικεφαλής τον Καθηγητή Βιοϊατρικών επιστημών στο Κολέγιο Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Cornell, Prof. Andrew White (Cornell University’s College of Veterinary Medicine, Νέα Υόρκη), βρέθηκε ότι μπορεί να δημιουργηθεί μελάνωμα, όταν τα βλαστικά κύτταρα των μελανινοκυττάρων συσσωρεύσουν έναν ορισμένο αριθμό γενετικών μεταλλάξεων. Tα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Journal Cell Stem Cell.
Όταν εκτίθενται σε υπεριώδη ακτινοβολία, τα μελανινοκύτταρα απελευθερώνουν μελανίνη, αλλά αν έχουν φτάσει και ξεπεράσει ένα όριο γενετικών μεταλλάξεων, η ενεργοποίηση από την έκθεση στον ήλιο, τα αναγκάζει να αναπτύξουν όγκο. “Εάν είχατε μεταλλάξεις επαρκείς για το μελάνωμα, όλα θα ήταν καλά, μέχρι να βγείτε έξω και να έχετε ένα ηλιακό έγκαυμα”, λέει ο Καθηγητής Α. White. “Τα ερεθίσματα που κανονικά θα έδιναν μόνο μια απόκριση μαυρίσματος θα μπορούσαν, στην πραγματικότητα, να ξεκινήσουν ένα μελάνωμα αντ’ αυτού”.
Οι ίδιοι ερευνητές αποκαλύπτουν ότι μπορεί να έχουν εντοπίσει έναν τρόπο για την πρόληψη του μελανώματος στα μελανινοκύτταρα. Υποθέτουν ότι εμπλέκεται ένα γονίδιο που ονομάζεται Hgma2, το οποίο εκφράζεται όταν το δέρμα εκτίθεται σε υπεριώδη ακτινοβολία, επιτρέποντας στα μελανινοκύτταρα να μετακινούνται από τη βάση των θυλάκων της τρίχας στην επιφάνεια του δέρματος, όπου απελευθερώνουν μελανίνη.
Η ερευνητική ομάδα χρησιμοποίησε δυο σειρές ποντικών με μεταλλάξεις των βλαστικών μελανινοκυττάρων για να ελέγξει το ρόλο του Hgma2, στην ανάπτυξη μελανώματος. Και οι δυο σειρές είχαν μεταλλάξεις στα βλαστικά μελανινοκύτταρα, ενώ σε μία μόνο από αυτές, το γονίδιο Hgma2 είχε διαγραφεί. Σε όλα τα ποντίκια χορηγήθηκε μια δόση υπεριώδους ακτινοβολίας αρκετή, ώστε να διεγείρει μια «απόκριση μαυρίσματος» (tanning response).
Ως αποτέλεσμα, τα ποντίκια που είχαν άθικτο το γονίδιο Hgma2 ανέπτυξαν μελάνωμα, ενώ αυτά χωρίς το γονίδιο Hgma2, παρέμειναν υγιή.
“Έχουμε έναν πραγματικό μηχανισμό, με το Hgma2, που μπορεί να διερευνηθεί στο μέλλον και θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος να αποτρέψουμε την εμφάνιση μελανωμάτων”, προσθέτει ο καθηγητής A. White, επισημαίνοντας πως παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, θα πρέπει να γίνουν περισσότερες μελέτες σχετικά με το γονίδιο Hgma2.