Ήταν καλοκαίρι του 2016, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση προέτρεψε, μεταξύ άλλων μέτρων εξορθολογισμού της φαρμακευτικής δαπάνης, τα κράτη-μέλη της να αυξήσουν τις συνεργασίες τους για κοινές προμήθειες φαρμάκων σε διακρατικό επίπεδο.

Οι πρώτες προσπάθειες βέβαια είχαν ξεκινήσει ήδη πιλοτικά από το 2014 από τα ίδια τα κράτη-μέλη, με τη συνεργασία Βελγίου – Ολλανδίας. Στο συνασπισμό δεν άργησε να μπει και το Λουξεμβούργο (2015), σηματοδοτώντας άτυπα την αναβίωση της BENELUX, η οποία μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα επεκτάθηκε περαιτέρω. Η είσοδος της Αυστρίας το 2016 και η πρόσφατη ένταξη της Ιρλανδίας, οδήγησαν στη σταδιακή διεύρυνση της συμμαχίας και στη μετονομασία του σχήματος από BENELUX σε BENELUXAI.

Από το καλοκαίρι του 2016, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και σήμερα έχουν δημιουργηθεί περισσότερες από 20 συνεργασίες, στις οποίες μετέχουν οι 25 από τις 28 χώρες της Ε.Ε. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, οι συμμετοχές των κρατών δεν περιορίζονται μόνο εντός της Ε.Ε.. Οι μεγαλύτερες αντιρρήσεις στο μοντέλο των κοινών προμηθειών έχουν εκφραστεί από 2 χώρες και δεν είναι άλλες από τις δύο μεγαλύτερες αγορές φαρμάκων, Γαλλία και Γερμανία.

Η άρνηση των δύο δυνάμεων να ενταχθούν σε διακρατικές συνεργασίες βρίσκει ως πρόφαση είτε την έλλειψη καθορισμένου πλαισίου συνεργασίας από την Ε.Ε. (Γερμανική προσέγγιση), είτε τη σοβινιστική θεώρηση της Γαλλίας, στην οποία η αυτονομία δράσεων και προμηθειών φαίνεται σαφώς να προτιμάται. Τη στάση αυτή της Γαλλίας επιβεβαιώνει και η περαιτέρω ενίσχυση της εθνικής επιτροπής διαπραγμάτευσης με την πρόσφατη πρόσληψη 6 επιπλέον ατόμων.

Ωστόσο, η πραγματική αιτία της «οικειοθελούς» αυτής απομόνωσης των δύο χωρών είναι βαθύτερη και ακούει στο όνομα EUNetHTA. Η προσπάθεια για ανάπτυξη κεντρικών διαδικασιών αξιολόγησης των φαρμάκων από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας έχει φέρει έντονες αντιδράσεις για τις δύο χώρες, οι οποίες δεν επιθυμούν την αντικατάσταση των εθνικών τους φορέων αξιολόγησης. Η μάχη αυτή ξεκίνησε από το 2017 και αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2026, χρονιά ορόσημο για το μέλλον της Αξιολόγησης Τεχνολογίας Υγείας στην Ευρώπη.

Οι υπόλοιπες πάντως χώρες της Ε.Ε., φαίνεται να μην πτοούνται από αυτή την άτυπη κόντρα και συνεχίζουν να σχηματίζουν συνεχώς νέες συνεργασίες, συνεργασίες που άλλοτε έχουν χαρακτήρα δημοσιονομικό, άλλοτε δημογραφικό και άλλοτε κοινωνικό. Η στάση αυτή των υπόλοιπων χωρών γίνεται εμφανής και με το γεγονός ότι πολλά κράτη επέλεξαν να συμμετέχουν σε περισσότερες από μία διακρατικές συνεργασίες.

Οι μεγαλύτερες συνεργασίες που έχουν δημιουργηθεί αυτή τη στιγμή στη Ευρώπη είναι:
• BENELUXAI: Απαρτίζεται από 5 κράτη της Κεντρικής Ευρώπης: το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, την Αυστρία και την Ιρλανδία
• VALLETTA: Απαρτίζεται από 10 κράτη της Νότιας Ευρώπης: την Κύπρο, την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία, τη Μάλτα, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Σλοβενία, την Κροατία και τη Ρουμανία
• NORDIC: Απαρτίζεται από 3 κράτη της Βόρειο-Δυτικής Ευρώπης: τη Νορβηγία, τη Δανία και την Ισλανδία
• VISEGRAD: Απαρτίζεται από 4 κράτη της Κεντρικής Ευρώπης: την Τσεχία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία.

Όλες, ωστόσο, οι συνεργασίες αντιμετωπίζουν δύο πολύ σημαντικά προβλήματα: 1) Την έλλειψη κοινού νομικού πλαισίου και 2) την αδυναμία εναρμόνισης των ρυθμιστικών διαδικασιών τους. Αποτέλεσμα αυτού, μόλις «μία» συνεργασία να έχει ολοκληρωθεί μετά από την τετραετή προσπάθεια μεταξύ Βελγίου και Ολλανδίας με την εταιρεία BIOGEN. Μία συνεργασία, μάλιστα, στην οποία η επίτευξη της συμφωνίας έμοιαζε εύκολη, δεδομένων των κοινών χαρακτηριστικών των δύο χωρών.

Πέραν, όμως, των τεχνικών και πρακτικών ζητημάτων, ο έντονος αρχικός ενθουσιασμός με τον οποίο αντιμετώπισε η πλειοψηφία των κρατών τις διακρατικές συμφωνίες ενδέχεται να επηρέασε αρνητικά την αποτελεσματικότητα των κοινών προμηθειών. Οι περισσότερες συνεργασίες, από την ιδρυτική τους κιόλας φάση είχαν μεγαλόπνοες προσδοκίες για εκτεταμένες συνέργειες σε νέες και ακριβές θεραπείες, καθώς και σε μία μεγάλη γκάμα θεραπευτικών κατηγοριών. Λίγες ήταν οι συνεργασίες που ξεκίνησαν με απλούστερες προσεγγίσεις εγκατεστημένων αγορών, όπως την προμήθεια γενοσήμων (Ρουμανία – Βουλγαρία) ή βιο-ομοειδών φαρμάκων (Ιβηρική).

Σαφώς με την πάροδο του χρόνου, η σύγκλιση θα επέλθει και θα δούμε όλο και περισσότερες συμφωνίες να υλοποιούνται σταδιακά, με τη συμμετοχή όλο και μεγαλύτερου αριθμού κρατών, καθώς σταδιακά αναμένεται να ξεπεραστούν οι νεογνικές ασθένειες, γεγονός που θα αναδείξει την ανάγκη για ταχύτερη εναρμόνιση των διαδικασιών και τη σύναψη συμφωνιών. Μεγάλο το στοίχημα που επέλεξε να πάρει η Ευρωπαϊκή Ένωση, μεγάλο και το όφελος για τα συστήματα υγείας. Το ερώτημα ωστόσο παραμένει: Όλοι μαζί, μπορούμε;

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1981. Σπούδασε Βιομηχανική Πληροφορική και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές ΜΒΑ in Strategic Management στο Kingston University. Εισήλθε στον χώρο της φαρμακοβιομηχανίας το 2006 ως επιστημονικός συνεργάτης στη GSK. Από το 2009 εργάζεται στη ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε. στον τομέα των πωλήσεων και του μάρκετινγκ ενώ το 2015 αναλαμβάνει υπεύθυνος για θέματα Market Access. Έχει δώσει πλήθος διαλέξεων ως ομιλητής σε συνέδρια επιστημονικού περιεχομένου, με εξειδίκευση στον τομέα της Τιμολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων, Marketing Φαρμακείου, Διαχείρισης Πελατών και Συναισθηματικής Νοημοσύνης. Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρίας Φαρμακευτικού Μάρκετινγκ και μετέχει σε διεθνείς οργανώσεις για θέματα που αφορούν στο Market Access.